Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020

ΥΠΕΡΤΑΣΙΚΗ ΝΟΣΟΣ - ΠΡΟΕΚΛΑΜΨΙΑ - ΕΚΛΑΜΨΙΑ

Η υπέρταση εμφανίζεται στο 10-15% των κυήσεων και είναι από τις κυριότερες αιτίες νοσηρότητας και θνητότητας τόσο της εγκύου όσο και του εμβρύου, ενώ επιπλέον συμβάλλει ως μηχανισμός σε πρόωρους τοκετούς.

Στην έγκυο μπορεί να προκαλέσει αποκόλληση πλακούντα, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, ανεπάρκεια οργάνων, οξύ πνευμονικό οίδημα, διάχυτη ενδοαγγειακή πήξη, ακόμη και θάνατο.

Στο έμβρυο μπορεί να προκαλέσει επιβράδυνση της ανάπτυξής του ή ακόμη και θάνατο.

Οι μορφές της υπέρτασης στην έγκυο είναι η Προϋπάρχουσα Χρόνια Υπέρταση,
η Υπέρταση της Εγκυμοσύνης, η Προεκλαμψία, και η Προεκλαμψία πάνω σε προϋπάρχουσα χρόνια υπέρταση, ενώ τον μεγαλύτερο κίνδυνο προκαλεί η εξέλιξη της προεκλαμψίας σε Εκλαμψία.

Ορισμοί
Για να μπει η διάγνωση της αρτηριακής υπέρτασης στην κύηση, θα πρέπει η αρτηριακή πίεση να βρίσκεται αυξημένη σε τουλάχιστον δύο μετρήσεις με διαφορά μεταξύ τους άνω των 4 ωρών. Μιλάμε επομένως για συστολική ≥ 140 mmHg, ή/και διαστολική ≥ 90 mmHg μετρημένες με την ασθενή σε καθιστή θέση, μετά την 20ή εβδομάδα κύησης, σε γυναίκες χωρίς γνωστή ΑΥ πριν την εγκυμοσύνη.

Ως χρόνια χαρακτηρίζεται η υπέρταση με συστολική ≥ 140 mmHg, ή/και διαστολική ≥ 90 mmHg, που εμφανίζεται πριν την 20ή εβδομάδα κύησης, ή που επιμένει για περισσότερο από 12 εβδομάδες μετά τον τοκετό.

Στην ήπια υπέρταση η συστολική είναι μεταξύ 140-159 mmHg και η διαστολική μεταξύ 90-109 mmHg.

Αντίθετα, στη σοβαρή υπέρταση η συστολική βρίσκεται ≥ 160 mmHg και η διαστολική ≥ 110 mmHg.

Στην προεκλαμψία έχουμε συστολική ΑΠ ≥ 140 mmHg, ή διαστολική ≥ 90 mmHg και λεύκωμα ούρων 24ώρου ≥ 300 mg, ή αν σε τυχαίο δείγμα ούρων η σχέση πρωτεΐνης προς κρεατινίνη είναι μεγαλύτερη από 0.3 (και τα δύο σε mg/dL).

Βαριά προεκλαμψία εμφανίζεται σε 1 ανά 200 περίπου κυήσεις. Η προεκλαμψία μπορεί να επιδεινωθεί ή να εμφανιστεί για πρώτη φορά μετά τον τοκετό. Η Εκλαμψία είναι προεκλαμψία με σπασμούς επιπλέον, λόγω έντονου εγκεφαλικού οιδήματος. Οι σπασμοί μπορεί να εμφανιστούν στη διάρκεια του τοκετού ή και μετά τον τοκετό.

Κριτήρια σοβαρής προεκλαμψίας

Πρωτοεμφανιζόμενη αρτηριακή υπέρταση που συνοδεύεται από λευκωματουρία και τουλάχιστον ένα από τα παρακάτω:

Συμπτώματα διαταραχών ΚΝΣ: θάμβος όρασης, σκοτώματα, σοβαρή κεφαλαλγία, μεταβολή επιπέδου συνείδησης
Συμπτώματα διάτασης ηπατικής κάψας: επιγαστραλγία, άλγος δεξιού υποχονδρίου, ναυτία, έμετοι
Ηπατοκυτταρική βλάβη: τουλάχιστον διπλασιασμός των τρανσαμινασών
Σοβαρή αρτηριακή υπέρταση
Θρομβοπενία: PLT < 100.000mm3
Λευκωματουρία: λεύκωμα ούρων 24ώρου ≥ 5gr
Ολιγουρία < 500ml/ημέρα
Σοβαρό IUGR
Πνευμονικό οίδημα ή κυάνωση
ΑΕΕ

Απαραίτητες εξετάσεις σε περίπτωση υπέρτασης στην εγκυμοσύνη

Οι εξετάσεις που πρέπει να γίνουν είναι αιματολογικές (γενική αίματος με αιμοπετάλια, τρανσαμινάσες, κρεατινίνη, ηλεκτρολύτες, ουρικό οξύ, έλεγχος πηκτικότητας, κλπ), ούρων (γενική ούρων, μέτρηση λευκώματος σε ούρα 24ώρου), υπερηχογράφημα νεφρών – επινεφριδίων, Doppler υπερηχογράφημα των μητριαίων αρτηριών μετά την 16η εβδομάδα για έλεγχο μειωμένης ροής στον πλακούντα και μέτρηση της ροής του αίματος στις ομφαλικές αρτηρίες αν η ανάπτυξη του εμβρύου καθυστερεί. Επίσης πρέπει να γίνει βυθοσκόπηση.


Παράγοντες κινδύνου για προεκλαμψία- εκλαμψία:

  • Πρωτοτόκος
  • Ηλικία μητέρας > 40 ετών ή < 18 ετών
  • Πολύδυμος κύηση
  • Οικογενειακό ιστορικό προεκλαμψίας- εκλαμψίας
  • Χρόνια υπέρταση
  • Χρόνια νεφρική νόσος
  • Αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο
  • Διαβήτης
  • Χαμηλή κοινωνικο-οικονομική τάξη


Αντιμετώπιση προεκλαμψίας
Σε περίπτωση που σε κάποια έγκυο διεγνωσθεί προεκλαμψία, θα πρέπει να γίνει εισαγωγή σε νοσοκομείο, έλεγχος βιωσιμότητας της κύησης (με ακρόαση των παλμών του εμβρύου) σε τακτική βάση, εργαστηριακές εξετάσεις, και ρύθμιση της υπέρτασης.

Ρύθμιση με από του στόματος σκευάσματα σε ήπια υπέρταση μπορεί να γίνει με νιφεπιδίνη βραδείας αποδέσμευσης (Adalat CR: 30 – 90mg x 1, αύξηση της δόσης ανά 1-2 εβδομάδες, μέγιστη δόση 120 mg/ημέρα), μεθυλντόπα (Aldomet: έναρξη με 250mg x 2, μέγιστη δόση 3 g/ημέρα), λαβηταλόλη (Trandate: 100mg x 2 ή 3, μέγιστη δόση 1200mg/ημέρα). Αυτά τα φάρμακα θεωρούνται ασφαλή κατά τη διάρκεια της κύησης, ενώ κατά τη λοχεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν και οι υπόλοιπες κατηγορίες αντιϋπερτασικών φαρμάκων.



Εάν η διαστολική πίεση ≥ 100mmHg, χορηγούνται από το στόμα (όχι υπογλώσσια) 10mg νιφεδιπίνης. Εάν η πίεση δεν ρυθμίζεται (≥110mmHg) ή η ασθενής είναι συμπτωματική (με κεφαλαλγία, επιγαστρικό άλγος, διαταραχές όρασης), τότε προχωρούμε σε ενδοφλέβια αντιϋπερτασική αγωγή ως εξής:

Ενδοφλέβια χορήγηση λαβηταλόλης. Δόση bolus: 25mg λαβηταλόλης σε 1 λεπτό και επανάληψη, εάν χρειάζεται σε 5 λεπτά. Στη συνέχεια, σε μη ρύθμιση της πίεσης προχωρούμε στη συνεχή χορήγηση: 40mg/ώρα με διπλασιασμό της ροής κάθε 30 λεπτά, ώστε η ΑΠ < 150/100mmHg. Η μέγιστη δόση είναι 160mg/ώρα (διάλυμα με NaCl 0,9%). Αντενδείξεις: άσθμα, βραδυκαρδία < 60 σφύξεις/λεπτό, 2ου ή 3ου βαθμού κολποκοιλιακός αποκλεισμός, πνευμονικό οίδημα.
Ενδοφλέβια χορήγηση υδραλαζίνης – Nepresol (διάλυμα με NaCl 0,9% ή Ringers 500ml προσθέτουμε 2Amp = 40mg υδραλαζίνης). Δόση bolus: 5mg μέσα σε 5-10 λεπτά, επανάληψη σε 15-20 λεπτά, εάν χρειάζεται. Σε περίπτωση μη ρύθμισης προχωρούμε σε συνεχή ροή: 60ml/h και αύξηση κατά 15ml/h κάθε 15min. Μέγιστη δόση 180ml/h. Στόχος η ΑΠ < 150/100mmHg.
Χορήγηση νιφεδιπίνης βραδείας αποδέσμευσης (30 mg)
Χορήγηση MgSO4: σε περιπτώσεις βαριάς προεκλαμψίας (διαστολική ΑΠ>110mmHg ή συστολική >170mmHg ΚΑΙ +++ λεύκωμα στη γενική ούρων, ή διαστολική >100mmHg ή συστολική >150mmHg ΚΑΙ ++λεύκωμα στη γενική ούρων ΚΑΙ κλινική συμπτωματολογία με κεφαλαλγία, διαταραχές όρασης, επιγαστραλγία), συστήνεται η χορήγηση MgSO4 (χορήγηση όπως σε περιπτώσεις εκλαμψίας) μέχρι να περατωθεί ο τοκετός και για το πρώτο 24ωρο της λοχείας.
Στους β-αδρενεργικούς αναστολείς που αποτελούν εναλλακτικές επιλογές στην κύηση φαίνεται να ανήκουν η μετοπρολόλη (Lopresor) και η πινδολόλη (Visken). Από τους αποκλειστές των διαύλων ασβεστίου, η βεραπαμίλη (Isoptin) και η διλτιαζέμη (Tildiem) έχουν δοκιμαστεί επιτυχώς, αλλά η εμπειρία από τη χρήση τους είναι περιορισμένη.

Στην κύηση αντενδείκνυνται οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτασίνης και οι ανταγωνιστές των υποδοχέων αγγειοτασίνης ΙΙ. Το νιτροπρωσσικό νάτριο, ίσως, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τελευταία επιλογή για την επείγουσα αντιμετώπιση της σοβαρής, μη αντιρροπούμενης ΑΥ. Η ασφάλεια των διουρητικών αμφισβητείται.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου